σεβντάς

σεβντάς
ο пылкая, страстная любовь;

έχω σεβντά — страстно влюбляться


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "σεβντάς" в других словарях:

  • σεβντάς — ο (λ. τουρκ.), έρωτας: Τον έφαγε ο σεβντάς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σεβντάς — και σεβδάς και σενβτάς, ο, Ν ερωτικός πόθος, ερωτικός καημός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. sevda] …   Dictionary of Greek

  • καρασεβντάς — ο σφοδρός αλλά ατυχής έρωτας. [ΕΤΥΜΟΛ. < καρα * + σεβντάς (< τουρκ. sevda)] …   Dictionary of Greek

  • σεβδάς — ο, Ν βλ. σεβντάς …   Dictionary of Greek

  • σεβνταλής — ο, θηλ. σεβνταλού, Ν 1. αυτός που έχει σεβντά, ερωτοχτυπημένος 2. ο επιρρεπής στον έρωτα, ερωτιάρης. [ΕΤΥΜΟΛ. < σεβντάς + κατάλ. λής (πρβλ. θεριακ λής, μερακ λής)] …   Dictionary of Greek

  • σενβτάς — ο, Ν βλ. σεβντάς …   Dictionary of Greek

  • τσορβάς — και τζορβάς, ο, Ν 1. σούπα 2. μτφ. σύμφυρμα, συμπίλημα, συνονθύλευμα 3. φρ. «ο σεβντάς δεν είναι τσορβάς» δηλώνει ότι ο έρωτας έχει δυσκολίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. corba] …   Dictionary of Greek

  • Βέλμος, Νίκος — (1892 – 1930).Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του πεζογράφου και ποιητή Νίκου Βογιατζάκη. Νέος ακόμα, φιλοδόξησε να βοηθήσει αποτελεσματικά στην καλλιτεχνική άνοδο και ίδρυσε το Άσυλο Τέχνης (1926), όπου παρουσίαζαν έργα τους γνωστοί αλλά και νέοι ζωγράφοι …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»